Ξενοδοχείο "Mont Parnès" Σήμερα
Kαζίνο της Πάρνηθας
Πάρνηθα, 1958-61
Aρχιτέκτων
Παύλος Μυλωνάς (1915-)
Το κοσμοπολιτικό ξενοδοχείο Mont Parnès, που
σήμερα στεγάζει το Kαζίνο της Πάρνηθας, είναι έργο του αρχιτέκτονα-καθηγητή
και ακαδημαϊκού Παύλου Mυλωνά. Tο αρχιτεκτόνημα ενόχλησε την κοινή γνώμη
και την αντιπολίτευση της εποχής για την πολυτέλεια και κυρίως για τη
χωροθέτησή του σε οροπέδιο της Πάρνηθας, σε υψόμετρο 1078 μ., που θεωρήθηκε
τραυματική πράξη για το αττικό τοπίο. Aντίθετα, η μοντέρνα του γραμμή
του εξασφάλισε αρκετή δημοσιότητα στο εξωτερικό. Tο ξενοδοχείο αυτό
είναι το ένα από τα δύο ελληνικά κτίρια του καταλόγου έργων της σύγχρονης
αρχιτεκτονικής που δημοσίευσε ο γνωστός αρχιτέκτων Pierre Vago στην
Architecture d’ Aujourd’hui, 158 / 1971.
Το ξενοδοχείο αποτελεί μια εκτεταμένη σύνθεση μεγάλης κλίμακας. Aναπτύσσεται
σε επιφάνεια και ύψος με μέγιστη οριζόντια διάσταση που φτάνει τα 200
μέτρα και συγκροτείται από τέσσερις διαφορετικούς όγκους : τον μικρότερο,
που συναντούμε σε πρώτο επίπεδο στην πρόσοψη, τον κυρίαρχο όγκο του
κτιρίου που περιλαμβάνει την τριώροφη πτέρυγα των υπνοδωματίων και άλλους
δύο όγκους, εκείνον του νυκτερινού κέντρου στα ανατολικά και την χαμηλή
πτέρυγα του ξενοδοχείου στα δυτικά. H προσπάθεια σύνδεσης του κτίσματος
με το περιβάλλον βασίστηκε κυρίως στη σκούρα παλέττα των χρωμάτων που
απλώθηκαν στις επιφάνειες και τους όγκους του και ήταν της επιλογής
του ζωγράφου Γιάννη Τσαρούχη.
Ο συνολικός αριθμός των κρεβατιών του ξενοδοχείου είναι 240. Τα 140
εντάσσονται σε 70 δίκλινα δωμάτια, κατανεμημένα στους ορόφους της τριώροφης
πτέρυγας, ενώ τα υπόλοιπα 100 εντάσσονται στον μικρότερο όγκο της πρόσοψης
και στη δυτική πτέρυγα σχήματος Τ. Στο ισόγειο του ξενοδοχείου υπήρχαν
οι αίθουσες υποδοχής, τα σαλόνια, αναγνωστήρια, εστιατόρια, μπαρ, αίθουσες
παιχνιδιών, κινηματογράφου και μουσικής, ανθοπωλείο, κουρείο και άλλες
σύγχρονες εξυπηρετήσεις για τους ενοίκους και επισκέπτες. Οι κοινόχρηστοι
χώροι παρουσιάζουν μια ευρύτητα και πολλαπλότητα που θα μπορούσαν να
θεωρηθούν υπερβολικές. Το πρόγραμμα όμως προέβλεπε, εκτός από το ξενοδοχείο,
έναν ολόκληρο μικρό οικισμό από bungalows ο οποίος δεν πραγματοποιήθηκε.
Το χώλλ του ξενοδοχείου, που αποτελεί το λειτουργικό και κυκλοφοριακό
του κέντρο, είναι ένας χώρος ευρύτατος, ορθογώνιος, με πολλαπλές φυγές.
Στη διαμόρφωση του εσωτερικού συνέβαλαν πολλοί επώνυμοι καλλιτέχνες
μεταξύ των οποίων οι ζωγράφοι Nίκος Χατζηκυριάκος –Γκίκας και ο Γιάννης
Μόραλης. Όλα τα έπιπλα είναι νέα και σχεδιάστηκαν από τον αρχιτέκτονα.
Mε δικά του σχέδια έγιναν επίσης οι διαμορφώσεις του περιβάλλοντος χώρου,
οι ταράτσες, οι βεράντες και οι κήποι που περιβάλλουν το ξενοδοχείο.
Ο όγκος της πτέρυγας των υπνοδωματίων ποικίλλεται με την ελαφριά θλάση
που παρουσιάζει, η οποία αμβλύνει τη μονολιθικότητα και μονοτονία του.
Οι επιμέρους εξώστες – μπαλκόνια σχηματίζουν πολυώροφα συστήματα που
παραπέμπουν στα «δοξάτα» των αγιορείτικων μοναστηριών. Το ισόγειο οργανώνεται
με ψηλόκορμους ορθογώνιους πεσσούς, οι εξώστες – μπαλκόνια προβάλλουν
από τον κύριο όγκο, το γείσο προεξέχει ακόμα περισσότερο σχηματίζοντας
με τις δύο ελαφρές κλίσεις του, δύο τεράστιες φτερούγες. Η ανάμνηση
της αρχιτεκτονικής του μοναστηριού της Σίμωνος – Πέτρας στο Άγιον Όρος
σφραγίζει με την πλαστικότητα της το σύνολο.
Ο αρχιτέκτονας συνδυάζει τις σύγχρονες τάσεις με μνήμες της μεσαιωνικής
ελληνικής αρχιτεκτονικής και διακοσμητικής παράδοσης. Υδραίικο σαλόνι,
μορφές τζακιών, βορειοελλαδίτικο καθιστικό, φιγούρες επάνω στο μπετόν,
αρχιτεκτονικά στοιχεία των αγιορείτικων μοναστηριών, συνυπάρχουν σε
μια εκλεκτικιστική σύνθεση που επικαλείται τη συνέχεια της ελληνικής
παράδοσης.
ΣYΓKOINΩNIA