Δημοτικό Θέατρο Πειραιώς
Πλατεία Kοραή, Πειραιάς, 1982-1995
Aρχιτέκτων
Ιωάννης Λαζάριμος (1849-1913)
Tο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά, έργο του διακεκριμένου
αρχιτέκτονα και καθηγητή του E.M.Π. Iωάννη Λαζαρίμου, είναι ένα από
τα ελάχιστα ελληνικά θέατρα του 19ου αιώνα που επέζησαν ώς τις μέρες
μας. H απόφαση για την ανέγερσή του σε οικόπεδο της κεντρικής πλατείας
Κοραή πάρθηκε το 1883. Tο κτίριο άρχισε να κατασκευάζεται το 1884 και
αποπερατώθηκε το 1895. Για να καλυφθεί μεγάλο μέρος των δαπανών λειτουργίας
και συντήρησης του θεάτρου δημιουργήθηκαν στη βάση του 25 ενοικιαζόμενα
καταστήματα.
Το Δημοτικό Θέατρο, πλάτους 34,50 μ. και μήκους 47 μ., κτίστηκε στο
πανταχόθεν ελεύθερο σύστημα. Η μικρή κλίση του οικοπέδου και η κεντρική
του θέση μπροστά στην ευρύχωρη πλατεία Κοραή, έδωσαν στον Λαζαρίμο την
ευκαιρία να δημιουργήσει ένα περίοπτο και επιβλητικό αρχιτεκτόνημα.
Με τις αρμονικές αναλογίες και την οργανική του ένταξη σε μια μνημειώδη
αστική σύνθεση, το έργο αυτό ανήκει στον τύπο του «μεγαλοπρεπού γαλλικού
θεάτρου». Iδιαίτερα επιτυχής ήταν η σύνθεση των όγκων. Aπό τον καθαρό,
πρισματικό όγκο του κτιρίου προεξέχουν μόνο η ορθογωνική υπερύψωση του
δώματος, η οποία αντιστοιχεί στην αίθουσα και τη σκηνή, και το υπόστυλο
πρόπυλο.
Η αίθουσα, χωρητικότητας 1400-1500 θεατών έχει πεταλόσχημη πλατεία με
500 καθίσματα που μειώθηκαν αργότερα σε 340. Οι υπόλοιπες θέσεις κατανέμονται
στα 23 θεωρεία των δύο πρώτων σειρών με τα χαμηλά χωρίσματα, στον εξώστη
και στο υπερώο.
Το οικόπεδο αξιοποιήθηκε έτσι ώστε και η σκηνή να έχει τις μεγαλύτερες
δυνατές διαστάσεις και οι χώροι του κοινού μια άνεση. Η σκηνή του Δημοτικού
Θεάτρου του Πειραιά υπερέχει από όλες τις σκηνές των ελληνικών θεάτρων
του 19ου αιώνα. Aυτό οφείλεται στον τεχνολογικό εξοπλισμό και τις διαστάσεις
της -πλάτος 20,30 μ., βάθος 16,15μ., ύψος 30 μ., και άνοιγμα 12Χ18 μ.
Ένας σημαντικός χώρος του πειραϊκού θεάτρου ήταν το μεγαλόπρεπο καπνιστήριο,
διαστάσεων 18 Χ 18 μ. που εξελίχθηκε σε χώρο προβολής κάθε ντόπιας πνευματικής
και καλλιτεχνικής κίνησης. Ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε στην ασφαλή και
γρήγορη εκκένωση του θεάτρου, στο νεωτερικό σύστημα εξαερισμού και θέρμανσης
της αίθουσας, καθώς και στην πυροπροστασία της.
Οι όψεις του Δημοτικού Θεάτρου, κλασικιστικής τεχνοτροπίας, οργανώνονται
ορθολογικά και με ενιαίο τρόπο, εκτός από τις επιφάνειες του μπροστινού
μνημειώδους τμήματος.
Η μορφολογική ανάδειξη των πλευρικών τοίχων και της πίσω όψης έχει ως
εξής : Την ισόγεια ζώνη του βάθρου, από αρμολογημένη λαξευτή λιθοδομή,
τη διατρέχουν ρυθμικά οι τοξωτές πόρτες των καταστημάτων και του θεάτρου.
Οι δύο επάνω ορόφοι, οργανώνονται με γιγάντιες κορινθιακές παραστάδες.
Η επάνω σειρά διαφοροποιείται από την κάτω, της οποίας τα παράθυρα έχουν
αετωματικές στέψεις. Πάνω από το γείσο της ζώνης υπάρχει στηθαίο με
κιονίσκους, που το υποδιαιρούν μικροί πεσσοί, τοποθετημένοι στους άξονες
των περιμετρικών παραστάδων .
Με όμοιο αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο αλλά πιο μνημειώδη τρόπο γίνεται η
μορφολογική και πλαστική ανάδειξη της κύριας όψης. Όπως στις άλλες επιφάνειες,
έτσι και εδώ, υπερέχει η κατακόρυφη διάρθρωση. Η ζώνη του βάθρου είναι
συμπαγής και μικρότερη λόγω υψομετρικής διαφοράς. Αυτό κάνει κυρίαρχη
την παρουσία της ζώνης του ρυθμού. Η οργάνωσή της γίνεται με δίδυμες
γιγάντιες παραστάδες, που έχουν κορινθιακά επίκρανα. Ανάμεσα τους υπάρχουν
δύο σειρές ανοιγμάτων και ψευδοανοιγμάτων, τα οποία πλαισιώνονται από
τοσκανικές παραστάδες.
Τη μνημειώδη του όμως εμφάνιση το Δημοτικό Θέατρο την οφείλει κυρίως
στο δεσπόζον ναόσχημο πρόπυλο με τις τέσσερις μαρμάρινες αράβδωτες κολόνες,
κορινθιακού ρυθμού. Στο βάθρο του προπύλου οδηγεί μια μεγαλόπρεπη μαρμάρινη
σκάλα.
Oι κατά καιρούς ανακαινίσεις του κτιρίου, που πραγματοποιήθηκαν στα
1927, 1946-1947,1962,1967-1968 και 1979-1982, δεν έγιναν με την οφειλόμενη
προσοχή στο αξιόλογο αυτό θεατρικό μνημείο.
ΣYΓKOINΩNIA